του Χρήστου Κωνσταντινίδη
Αθήνα - Κωνσταντινούπολη - Τραπεζούντα: Τα ξημερώματα του Σαββάτου (12 Ιανουαρίου 2019) έγινε η εκκίνηση. Η αγωνία ροκανίζει την υπομονή που επιβάλλει η αναμονή μέχρι να φτάσουμε στον τελικό προορισμό. Με πλημμυρίζουν τα ίδια συναισθήματα που είχα και στο πρώτο μου ταξίδι εκεί, πριν μερικούς μήνες. Τότε όμως ήμουν μόνος στην αναζήτηση μιας Ιθάκης, στην οποία ούτε γεννήθηκα ούτε έζησα, όπως ο Οδυσσέας. Η εικόνα και η ομορφιά της μεταφέρθηκε μέσα από τα τραγούδια και τις διηγήσεις των προσφύγων πρώτης και δεύτερης γενιάς, οι οποίοι με έναν τρόπο μαγικό εγκατέστησαν στο σύστημά μου την αγάπη για την Πατρίδα.
Σε αυτό το ραντεβού με την ιστορία όμως γνωρίζω, ότι συνταξιδεύω με άτομα που έχουν την ίδια «εφαρμογή» στο μυαλό τους και όπως και εγώ, δεν μπορούν να την κάνουν... φορμάτ. Είναι αδύνατο. Κάτι μεγάλο μας συνδέει. Μία κοινή μοίρα ανθρώπων που τους ανάγκασε, με απόφαση των μεγάλων δυνάμεων, των ξένων, να εγκαταλείψουν με τη βία τις τριχιλιόχρονες εστίες τους και να πάρουν την ξεριζωμένη πορεία επιστροφής στη μητροπολιτική Ελλάδα. Μας ενώνουν οι ίδιες αρτηρίες που μεταφέρουν σκέψεις και συνειρμούς από αναμνήσεις των παλαιών και περνούν, αλλά δεν καταλήγουν, από την καρδιά. Αυτή είναι η Τραπεζούντα.
Το ένα μέρος της ομάδας από την Αθήνα, με πτήση από το αεροδρόμιο «Ελ.Βενιζέλος» ξεκίνησε το ταξίδι του για την αρχαία ελληνική πόλη που φιλοξένησε τους Μύριους του Ξενοφώντα. Με ενδιάμεσο σταθμό την Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε η αλλαγή αεροπλάνου, προσγειωθήκαμε το μεσημέρι στο αεροδρόμιο της Γέμουρας (πόλη έξω από την Τραπεζούντα), λίγο μετά τις 12:00, όπου συναντήσαμε το άλλο μέρος της ομάδας από τη Θεσσαλονίκη. Ο καιρός είναι φοβερός, λες και το σύμπαν συνωμότησε, όπως λέει ο Κοέλιο.
Ο χρόνος τρέχει και μας πιέζει. Γιατί η διαμονή είναι βραχεία και μέσα σε δύο ημέρες θα πρέπει να συμβούν πολλά. Δεν έχουμε την πολυτέλεια απώλειας ούτε ενός λεπτού. Συναντιόμαστε έξω από το Μεϊντάν, την κεντρική πλατεία της Τραπεζούντας, επιβιβαζόμαστε στο πούλμαν και κάνουμε μία μικρή στάση στην Αγιά Σοφιά, ένα μνημείο συνυφασμένο, από την ίδρυσή του, με την αυτοκρατορική δυναστεία των Μεγάλων Κομνηνών. Όπως τα οχήματα όμως, έτσι και οι άνθρωποι, όταν ταξιδεύουν χρειάζονται... καύσιμα.
Η εικόνα της χιονισμένης, μακράς (ουζούν σημαίνει ψηλός-μακρύς στα τούρκικα) λίμνης ανάμεσα στις ελατοφυτεμένες βουνοπλαγιές της κοιλάδας δημιουργεί την αίσθηση στον ταξιδιώτη, ότι βρίσκεται στις ιταλικές και στις ελβετικές Άλπεις. Η ομορφιά του τοπίου όμως είναι πολύ ανώτερη! Το μέρος ανήκει στην επαρχία του Όφεως, όπου είναι γνωστή η ύπαρξη ελληνόφωνων χωριών.
Το σμίξιμο με τους ελληνόφωνους
Στο σαλέ İnan Kardesler, όπου η πενηνταμελής αποστολή κατέλυσε την πρώτη μέρα, μας περιμένουν τα αδέλφια μας. Στο ξενοδοχείο έχουν φτάσει ελληνόφωνοι από την ευρύτερη περιοχή του Κατωχωρίου (σήμερα Çaykara), αλλά και των Σουρμένων, για να μας υποδεχτούν, να εορτάσουν μαζί μας και να συμμετάσχουν και οι ίδιοι στο δρώμενο των Μωμόγερων. Μαζί τους βρίσκεται ο γνωστός τραγουδιστής, Αντέμ Εκίζ, ο οποίος όποτε έρχονται ελληνικά γκρουπ είναι πάντα πρόθυμος να ψυχαγωγήσει τους ταξιδιώτες με τη χαρακτηριστική φωνή και τους νοσταλγικούς στίχους των τραγουδιών του.
Το σμίξιμο μαζί τους είναι συγκινητικό. Όλοι δίνουν και παίρνουν αγκαλιές, αλλά και ευχές στα ποντιακά. Λες και 96 χρόνια από την ανταλλαγή δεν άλλαξε τίποτα. Ήμασταν πάντα εκεί και δεν χωρίσαμε ποτέ. Και τώρα βλέπουμε μπροστά μας αδελφούς να μας περιμένουν με την ίδια ανυπομονησία που έχουμε και εμείς. Ο Μάχος, ο Αλής, ο Μουσταφά, ο Μουράτ, ο Μπεράτ, ο Σινάν, ο Εκρέμ, ο Μεχμέτ και άλλοι πολλοί είναι παιδιά που θα συναντήσεις σε κάθε ταξίδι στην Πατρίδα. Τα βλέμματά τους ζεστά και καθαρά, φωνάζουν «καλώς ήρθες». Αυτό που ακολούθησε ήταν μοναδικό!
Διαόλου καμώματα και ξεφάντωμα
Το σαλέ πλημμύρισε από ήχους και μελωδίες. Ο διονυσιακός ρυθμός του αγγείου με συνοδεία νταουλιού και κεμεντζέ, οργανοπαιχτών από τη Θεσσαλονίκη και την Κοζάνη, συνεπήρε τους πάντες. Οι νότες των παραδοσιακών οργάνων διαπερνούν τόσο γλυκά τα αφτιά σε σημείο να εθίζεσαι με τη συγκεκριμένη μουσική. Ακόμα και όταν σταματήσουν τα όργανα, το υποσυνείδητο αναπαράγει την ηχητική εμπειρία συνεχώς στο μυαλό.
Οι Μωμόγεροι εισήλθαν στο χώρο υποδοχής του ξενοδοχείου και με την όρχησή τους δημιούργησαν πανηγυρική ατμόσφαιρα, που όμοιά της συναντάς μόνο σε παραδοσιακά δρώμενα. Οι φουστανελοφορεμένοι, που παίρνουν παραγγέλματα από τον αρχιμωμόγερο, Κώστα Αλεξανδρίδη, ζαλίζουν με τα στροβιλίσματα του χορού τους τη ματιά του θεατή.
Οι ρόλοι δίνουν παραμυθιακές διαστάσεις στο έθιμο. Η νύφη, ο γέρον και η γραία, ο γιατρός, ο τσανταρμάς (στρατοχωροφύλακας), ο άρκον και ο αρκουδάς απασχολούν με καμώματα τους θεατές αυτής της αρχέγονης θεατρικής παράστασης. Μα το μεγαλύτερο πειραχτήρι απ' όλους είναι ο διάολος, τον οποίο υποδύεται ο δωδεκάχρονος, Ιάσων.
Στη θέα του κοκκινοφορεμένου πιτσιρικά δύο μικρά κορίτσια δεν μπορούν να κρύψουν τον φόβο τους και το εκδηλώνουν με χαρακτηριστικό τρόπο. Οι γονείς τους, συνεπαρμένοι από την ευθυμία που προκαλεί το δρώμενο, βιντεοσκοπούν το στιγμιότυπο και δεν μπορούν να συγκρατήσουν τα γέλια τους. Αποκαλύπτουμε με τον Ιάσονα, τα πρόσωπά μας για λίγα δευτερόλεπτα και προσπαθούμε να ησυχάσουμε τα παιδάκια, ιδιαίτερα τη μικρότερη Ζέλια. «Κόρκμα, ιγί ινσαλαριμίζ», της λέω στα τούρκικα, δηλαδή «μη φοβάσαι, είμαστε καλοί άνθρωποι» και αμέσως ένα πλατύ χαμόγελο φώτισε το προσωπάκι της και απαλλαγμένη από την πρότερη εικόνα που τη συγκλόνισε απόλαυσε με ευχαρίστηση τη συνέχεια του γλεντιού που στήθηκε και το οποίο μεταδόθηκε live στην Ελλάδα μέσω facebook από το e-pontos.
«Είμαστε εδώ μαζί με τους αδελφούς μας που ζούνε στην Τραπεζούντα και δεν είναι η πρώτη φορά που συνδιοργανώνουμε βραδιές φιλίας, ειδικά με τον Αντέμ Εκίζ που μας τιμά απόψε με την παρουσία του. Αυτά τα έθιμα τα κάνουμε για να ευξεμενίσουμε το κακό και να είναι καλύτερη η χρονιά», είπε ο πρόεδρος των Μωμόγερων, Κώστας Αλεξανδρίδης, εκπροσωπώντας και τον Φάρο Ποντίων, πριν δώσει τον λόγο και κορυφωθεί το γλέντι, στον καλλιτέχνη από το Πέσκιοϊ των Σουρμένων, ο οποίος συγκίνησε. «Καλωσορίσατε στην πατρίδα σας, όπως είναι και όλων. Και τ'εσέτερον (δική σας) και τ'εμέτερον (δική μας). Σας εύχομαι καλή χρονιά και όλα τα καλά του θεού στα σπίτια σας», ανέφερε ο Αντέμ.
Ρωμαίοι, όπως αυτοαποκαλούνται οι Πόντιοι, από Ελλάδα και Τουρκία, μπήκαν στο χορό, ένωσαν τα χέρια τους, έκαψαν ντέρτια και καημούς και διασκέδασαν μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Το κέφι ήταν ανεπανάληπτο και κάτι που αξίζει να σημειωθεί και να υπογραμμιστεί πολλάκις, είναι, ότι η διάθεση ήταν ανεβασμένη, χωρίς να καταναλωθεί, ούτε μία σταλιά αλκοόλ, δείχνοντας σεβασμό στον τρόπο ζωής των κατοίκων, οι οποίοι λόγω θρησκείας απέχουν από τα οινοπνευματώδη. Δεν υπάρχει βέβαια ποτοαπαγόρευση, απλά η δημόσια κατανάλωση τέτοιων ποτών αποφεύγεται.
Η βραδιά έκλεισε με τον Αντέμ Εκίζ να ερμηνεύει ένα δικό του ακυκλοφόρητο τραγούδι στη διάλεκτο των Ελλήνων της Μαύρης Θάλασσας. Σε αυτό περιέγραψε τη συγκίνησή του μπροστά στη θέα του ερειπωμένου μοναστηριού του Αγίου Ιωάννη του Βαζελώνος. Η χρονική συγκυρία ήταν πολύ επιτυχημένη, αφού με τη συγκεκριμένη μονή, ήταν συνδεδεμένα τα 11 ελληνικά χωριά της Άνω Ματσούκας, όπου την επόμενη μέρα η παρουσία των Μωμόγερων θα κορυφωνόταν...
Κυριακή είναι η μεγάλη μέρα! Όλες οι κινήσεις πρέπει να γίνουν αστραπιαία και συντονισμένα, γιατί μας περιμένει το ραντεβού με την ιστορία. Ξυπνήσαμε νωρίς και αφού γεμίσαμε με ενέργεια γευόμενοι το πλούσιο πρωινό του İnan Kardesler, αποχωρήσαμε από τον Ουζούν Γκιολ και χαράξαμε πορεία για τη Ματσούκα, απ'όπου παλιά περνούσαν και κατέλυαν, λόγω των πανδοχείων της, τα καραβάνια των εμπόρων που ακολουθούσαν τον δρόμο του μεταξιού. Πριν εγκατασταθούμε στο ξενοδοχείο Büyük Sümela το πρόγραμμα περιλαμβάνει προσκύνημα.
Δέος στην Παναγία Σουμελά
«Είναι δυνατόν να έρθουμε μέχρι εδώ και να μη δούμε την Παναΐα;», έλεγε ο Κώστας Αλεξανδρίδης στο πούλμαν, ενημερώνοντας τα μέλη της αποστολής για την παρουσία μας στο επί 16 αιώνες σύμβολο του ποντιακού ελληνισμού. Η διαδρομή είναι εκπληκτική. Ανεβαίνουμε το όρος Μελά, μέσα από ένα ανηφορικό τοπίο γεμάτο έλατα! Η βλάστηση είναι οργιώδης. Η άγρια φύση προκαλεί νεκρική σιγή στο πούλμαν.
Όλοι έχουμε αποσβολωθεί μπροστά σε αυτό το θεϊκό δημιούργημα. Περνάμε μέσα από ένα φαράγγι που οδηγεί στον εθνικό δρυμό της περιοχής. Στα δεξιά μας παρατηρούμε τα ορμητικά νερά του Πυξίτη ποταμού να τρέχουν σαν σε μαραθώνιο για να κόψουν το νήμα και να εκβάλλουν στη Μαύρη Θάλασσα. Όσο ανεβαίνουμε σε υψόμετρο τόσο πληθαίνουν τα χιόνια δεξιά και αριστερά του δρόμου.
Όταν φτάνουμε κάτω από το μοναστήρι που ίδρυσαν το 386 μ.Χ. οι Aθηναίοι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος μας κυριεύει δέος.
Βλέπεις τη μονή να κρέμεται στην κυριολεξία πάνω στον πελώριο βράχο του Καρά Καπάν. Λόγω έργων όμως δεν μπορούμε να ανεβούμε ψηλότερα και να θαυμάσουμε το μοναστήρι από το παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας, όπου κατά την ανταλλαγή οι μοναχοί είχαν κρύψει την ιερή εικόνα και με ειδική συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών επιστράφηκε το 1931. Και μόνο όμως που φτάσαμε μέχρι εκείνο το σημείο, ξέρουμε, ότι η κυρά μας, η Δέσποινα είναι ικανοποιημένη που την επισκεφτήκαμε. Πώς να την ξεχάσουμε άλλωστε την Παναγία Σουμελά, όταν τα τραγούδια μας, σαν προσευχές, έχουν τόσες αναφορές στο όνομά της;
Αφού πήραμε την ευλογία της, γευματίσαμε στο εστιατόριο που βρίσκεται στη ρίζα του βράχου, κάτω από τη μονή και επιστρέψαμε στη Ματσούκα, για να προετοιμαστούμε στο ξενοδοχείο Büyük Sümela για το μεγάλο γεγονός, τον εορτασμό της αλλαγής του χρόνου με το ρωμαίικο ημερολόγιο. Στο σαλόνι του ξενοδοχείου επικρατεί χαμός. Από τη μία εμείς που ντυνόμαστε με φορεσιές για να υποδυθούμε τους ρόλους του δρώμενου και από την άλλη οι δημοσιογράφοι που ήρθαν για να πάρουν πλάνα, φωτογραφίες και συνεντεύξεις.
Η εκδοχή του εθίμου που θα αναβιώσουμε το βράδυ, με ευθύνη του Κώστα Αλεξανδρίδη, είναι διαφορετική από την παραλλαγή της Λιβεράς, που η επιβίωσή της και το πέρασμα από τη μια γενιά στην άλλη βοήθησε στην ένταξή της στο διεθνή κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας της UNESCO. Πρόκειται για την παραλλαγή της Ζάβερας, τους ρόλους της οποίας περιγράφει στο «Καλαντόνερον» ο Γεώργιος Ζερζελίδης. Στο καθιστικό του ξενοδοχείο βλέπουμε παρατεταγμένους τον Τρανόν Μωμό΄ερον, τον Διάβολον, τον Ροκοτσούπ΄ τον γραμματικόν, τον Κοτσαμάνον (γέρος) και την Κοτσάκαρην (γριά), τον κισπετλήν Τελίκανλην (γαμπρός) και τη Νύφεν, τον Κουμπάρον, την Κουμπάρσαν, τον Άρκον και τον Αρκουδάν, τον Γιατρόν, τον Μαμωνάν, τον Τουλουμτσήν (ο μουσικός που παίζει αγγείο), τον Τσαλκουτσήν (ο νταουλτζής).
Το αδιαχώρητο στη συνοικία Φαργανάντων
Επιβιβαζόμαστε σε βαν, αφού το πούλμαν είναι δύσκολο να προσεγγίσει το μέρος και οδηγούμαστε στη συνοικία Φαργανάντων του Χαψίκιοϊ της Άνω Ματσούκας. Στην είσοδο του χωριού σταματούμε. Ο δρόμος έχει φρακάρει από τα αυτοκίνητα. Η κοσμοσυρροή είναι τεράστια. Μας περιμένουν όλοι και πρώτοι πρώτοι ο πρόεδρος του χωριού, Selahettin Erdoğan, με τον Fahrettin Erdoğan, οι οποίοι έκαναν τα αδύνατα δυνατά για να έρθει η ελληνική αποστολή, να αναβιώσει το έθιμο και να δώσει το φιλί της ζωής στην τεράστια παράδοση που διατηρούσε εκείνος ο τόπος!
Φορούμε τις μάσκες και ανηφορίζουμε. Πλησιάζοντας στην πλατεία του χωριού ακούμε λύρες και νταούλια. Παρατασσόμαστε και οι οργανοπαίχτες προετοιμάζονται. Το αγγείο φουσκώνει με αέρα και αρχίζει να παίζει τη μουσική. Τα βουνά αντιλαλούν! Μέχρι πάνω στις κορυφογραμμές ακούγεται τραγουδιστά η ποντιακή διάλεκτος. «Οφέτος και τα καλάντα θ'ευτάμε μωμο'έρια, νασάν εκείνον που θα ζει σ΄άλλα τα καλοκαίρια». Ο κόσμος μας παίρνει χαμπάρι και σπεύδει να μας δει από κοντά. Γίνεται στην κυριολεξία πανικός! Πατείς με πατώ σε. Φωτογράφοι και κάμεραμαν μας περικυκλώνουν, όπως και εκατοντάδες άλλοι που ήθελαν να δούνε πρώτοι τους μύστες της παράδοσης.
Με αργά βήματα πορευόμαστε στο μέρος που είχε στηθεί η εορτή. Λόγω της χιονόπτωσης το έδαφος έχει γεμίσει λάσπες. Δεν πτοούμαστε καθόλου, συνεχίζουμε μέχρι να φτάσουμε στο κεντρικό σημείο, όπου θα διαδραματιστεί το δρώμενο και θα ειπωθεί η στιχομυθία. Τους διαλόγους έχει διασώσει ο Ζερζελίδης και το σενάριο περιλαμβάνει επίσκεψη σε κατοικία, σαν σε κάλαντα, όπου ο σπιτονοικοκύρης ρωτά «ποιός είναι;» και τις απαντήσεις δίνει ο μεγάλος Μωμόγερος, τον οποίο υποδύεται ο Κώστας Αλεξανδρίδης. Τη στιχομυθία μετέφραζε στα τούρκικα, για όσους από τους Τραπεζούντιους δεν γνωρίζουν την ποντιακή ο Fahrettin Erdoğan.
«Ποίος είμαι; Κανείς ΄κ είμαι! (κανείς δεν είμαι).΄ς σου κοσμί΄ την τσάρχαν κείμαι! (στου κόσμου τον τροχό στέκομαι).
Όθεν έρχουμ΄ εκεί πάγω (όπου έρχομαι εκεί πάω). Kι ήντιαν έν΄ γραφτόν ευτάω! (και ό,τι είναι γραφτό κάνω). Τ΄όνεμα μ΄ π΄ αν θέλ΄τς να παίρ΄ς, (και αν θέλεις να πάρεις το όνομά μου).
Aδελφό μ΄ έτον Οπέρ΄σ΄! (αδελφός μου ήταν το Πέρσι). Έρθα ΄γώ κι ακούω Οφέτος (ήρθα εγώ και με αποκαλούν Φέτος). K΄ έχω ημέρας με το μέτρος!», είπε ο Κώστας και άρχισε να συστήνει έναν έναν τα μέλη του θιάσου.
Πρώτον παρουσίασε τον Ροκοτσούπ' τον γραμματικόν, που υποδύθηκα εγώ λόγω επαγγέλματος. Ακολούθησαν ο κοτζαμάνος με την κοτζάκαρην, ο γιατρός, για τον οποίο ευχήθηκε να είναι αχρείαστος, ο γαμπρός με τη νύφη, η οποία όπως προστάζει η ποντιακή παράδοση φίλησε από σεβασμό όλα τα χέρια των μεγάλων του χωριού, ο κουμπάρος με τη κουμπάρα, ο Μαμωνάς (σ.σ. Εβραίος), στον οποίο κανείς δεν πρέπει να χρωστά. Μεγάλη εντύπωση προκάλεσε η αρκούδα με τον αρκουδά, για τους οποίους ο κόσμος έδειξε έκπληξη! Φυσικά δεν θα μπορούσε να λείψει ο διάολος, με το μικρό Ιάσονα να παίζει ξανά επιτυχημένα τον ρόλο του βάζοντας πειρασμούς στους ανθρώπους.
Η ευχή που προκάλεσε θαυμασμό στους σύγχρονους Τραπεζούντιους
«Αυτό που βλέπετε σήμερα συνέβαινε παλιά σε όλα τα χωριά του Χαψίκιοϊ και προπαντός στη Ζάβερα. Πηγαίνανε σε όλα τα σπίτια του χωριού όλο το βράδυ για να προλάβουν να ευχηθούν καλή χρονιά σε όλους τους κατοίκους», είπε ο Κώστας Αλεξανδρίδης, ο οποίος προκάλεσε θαυμασμό με την ευχή που είπε, την οποία έδιναν οι Μωμόγεροι τα παλιά χρόνια. «Ο Θεός να ευλοΐζ τη Ματσούκας το νερόν», αναφώνησε με ένα μακρόσυρτο «α» να ακούγεται από το πλήθος, δείχνοντας ευχαρίστηση για την ευχή που πήρε. Ο Κώστας εξήγησε επίσης, ότι με αυτό το έθιμο οι νέοι μάζευαν χρήματα και τα έδιναν στους άπορους του χωριού και προέτρεψε τους κατοίκους να το τηρούν κάθε χρόνο.
Χορεύοντας στις λάσπες
Το γλέντι που ακολούθησε ήταν βγαλμένο από λαϊκό παραμύθι. Μπλεχτήκαμε όλοι μαζί στο χορό, Έλληνες και Τούρκοι, αψηφώντας το τσουχτερό κρύο. Η λύρα, το αγγείο και το νταούλι έπαιζαν και τα πόδια μας χάραζαν σαν αλέτρι τα βήματα του χορού Τικ πάνω στις λάσπες. «Τα ποδάρε αμόν κοτάν 'ς σην γην ένοιγαν χαρκόν», που λέει και ο Χρύσανθος στο Κατίρκαγια. Η φιλοξενία των κατοίκων του χωριού δεν σταμάτησε εκεί. Η ομάδα μεταφέρθηκε στο νεόδμητο, αλλά παραδοσιακά χτισμένο, καφενείο του Fahrettin Erdoğan.
Εκεί γευτήκαμε τη φιλοξενία των κατοίκων που προσέφεραν αυθεντικά προϊόντα αυτού του τόπου. Τα κοτόσα (καλαμπόκια), τα κιντέατα (τσουκνιδόσουπα), τα σαρμάδε (ντολμάδες τυλιγμένοι με μαύρα λάχανα), τα καρτόφεα (πατάτες), τα στύπα (τουρσιά), μα πάνω απ' όλα απολαύσαμε την τυροκλωστή, ένα εκλεκτό, θρεπτικό έδεσμα φτιαγμένο στο τηγάνι από καλαμποκάλευρο, τυρί και βούτυρο, το οποίο ως φαγητό ανήκει μεν στην «cucine povera», αλλά θέλει μεγάλη μαεστρία και μεράκι, για να πετύχει αυτός που το μαγειρεύει αυτό το ελαστικό αποτέλεσμα που μπορείτε να θαυμάσετε και στο παρακάτω βίντεο.
Ο χορός συνεχίστηκε γύρω από το τζάκι μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.
H ώρα του αποχωρισμού και της συγκίνησης είχε φτάσει. Στον απόηχο της εορτής και του καλωσορίσματος της νέας χρονιάς, ανταλλάξαμε όρκους επιστροφής με τους ντόπιους και υποσχεθήκαμε να μην ξεχάσει ο ένας τον άλλον.
Εξάλλου η απόσταση μπορεί να καλυφθεί χάρη στην καλύτερη επικοινωνία που δημιουργούν τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, όπου τα αιτήματα φιλίας έπεφταν βροχή, μετά την αναβίωση του εθίμου!
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα πληροφορούμαστε για την απήχηση που είχε στην Τουρκία η έλευσή μας. Το «Haberturk.com» και το «haber61.net» κάνει εκτενή αναφορά με πλούσιο φωτορεπορτάζ και βίντεο. Και δεν είναι τα μόνα Μέσα που κάλυψαν το γεγονός. Το θέμα παίζει και τη Δευτέρα στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του «Kanal D» με τίτλο «Αναβίωσαν την παράδοση Καλαντάρ».
Η επιτυχία είχε επτασφραγιστεί και με τη βούλα. Με έχει προδιαθέσει ο Κώστας για τον ξεσηκωμό, αλλά ως άπιστος... Θωμάς, δημοσιογράφος, περίμενα να δω την επιβεβαίωση της προφητείας του αρχιμωμόγερου ιδίοις όμμασι.
Την ώρα που γράφονται, στην Ελλάδα πλέον, αυτές οι γραμμές οι σκέψεις επανέρχονται. Είναι αυτές που γέννησε η νέα προοπτική, η οποία αναφέρθηκε και στην εισαγωγή του θέματος και φέρνουν τα πάνω κάτω. Μετά από το ταξίδι, «το ακούλι μ' κλώσκεται 'ς σ'εμέτερα», δηλαδή το μυαλό επιστρέφει στην Πατρίδα των προγόνων. Το λέει και ο Αμερικανός συγγραφέας, Paul Theroux, «φεύγεις και γυρίζεις ένας διαφορετικός άνθρωπος. Ποτέ δεν επιστρέφεις εντελώς». Από τη μία σου έρχονται στο νου κάποιες ακραίες τοποθετήσεις και από την άλλη οι εικόνες από την εμπειρία που βίωσες, οι οποίες καταρρίπτουν μύθους και παρωχημένες έχθρες, τις οποίες συντηρούν τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων που διαφεντεύουν όλον τον πλανήτη.
Επιβεβαιώνεται για μία ακόμα φορά, ότι πόλεμοι και εκατόμβες δεν γίνονται από τους απλούς ανθρώπους. Οι λαοί δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν μεταξύ τους. Δεν έχουν διαφορές. Όπως σε όλον τον κόσμο ξυπνούν με την ανατολή και κοιμούνται με τη δύση του ηλίου. Τον ίδιο αέρα αναπνέουν, το ίδιο νερό πίνουν και στο ίδιο χώμα πατούν, στη Γη.
Τα σύνορα είναι αυτά που δημιουργούν διαφοροποιήσεις και αντιπάλους εκεί που δεν υπάρχουν! Γι'αυτό είναι πολύ εύστοχη και σημαντική η ευχή που έδωσε η λαογράφος, δρ. Μυροφόρα Ευσταθιάδου, «αφήστε τους λαούς να υποδεχτούν τη νέα χρονιά μαζί, μπας και είναι καλύτερα τα επόμενα χρόνια. Είμαστε αιώνιοι "αιχμάλωτοι" της πατρίδας, όλβιοι (ευτυχείς δηλαδή), κάθε φορά που γευόμαστε τους καρπούς της γλυκιάς τούτης γης».
Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι εορτάζοντας την αλλαγή του χρόνου με το παλιό ημερολόγιο έστειλαν μήνυμα αδελφοσύνης. Δεν έχουν θέση ανάμεσά μας τα όπλα και οι πόλεμοι. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο όπλο από την παράδοση για τους λαούς, προκειμένου να ζούνε ειρηνικά! Γιατί η παράδοση είναι πολιτισμός. Ο πολιτισμός όμως είναι μία κίνηση, όχι μία κατάσταση. «Είναι ένα ταξίδι, όχι ένα λιμάνι», όπως έλεγε και ο Βρετανός ιστορικός Arnold J. Toynbee (1889-1975).
Φωτογραφίες: Γιώργος Λεβεντικίδης, Άννα Αποστολίδου, Κωνσταντίνος Τσίλης
Βίντεο: e-pontos.gr, inan kardesler, Kanal D